Κείμενο: Νίκος Παπακώστας
Που να πηγαίνουν τόσα καράβια;
Πόσες κρύες θάλασσες ασθμαίνουν στην πρύμνη τους
Πόσα νωθρά δειλινά αγκομαχούν στην πλώρη τους
Προτού τα στεφανώσει ο ήλιος με τις δειλές του αχτίδες
Πριν να χαράξει τα νερά με τη λάμψη του γυαλιού
Και γίνει το πέρασμά τους ένα πέρασμα ανάλαφρο σαν του μελτεμιού
Που να πηγαίνουν τόσα καράβια;
Πόσες κρύες θάλασσες ασθμαίνουν στην πρύμνη τους
Πόσα νωθρά δειλινά αγκομαχούν στην πλώρη τους
Προτού τα στεφανώσει ο ήλιος με τις δειλές του αχτίδες
Πριν να χαράξει τα νερά με τη λάμψη του γυαλιού
Και γίνει το πέρασμά τους ένα πέρασμα ανάλαφρο σαν του μελτεμιού
Που να ταξιδεύουν τόσα καράβια;
Άλλοτε με λευκά πανιά
Κι άλλοτε κατράμι από τα δάκρυα και την αλμύρα
Νιώθεις σαν λιμάνι καρτερίας
Μια εμπασιά που δε γιόρτασε ποτέ της το γυρισμό
Άλλοτε με λευκά πανιά
Κι άλλοτε κατράμι από τα δάκρυα και την αλμύρα
Νιώθεις σαν λιμάνι καρτερίας
Μια εμπασιά που δε γιόρτασε ποτέ της το γυρισμό