Φέρνεις την κάψα, τη δίψα, το πύρωμα
φουντώνεις πυρκαγιά όπου κοιτάς κι αγγίζεις
μετά φέρνεις το δροσισμα, δεν ξέρω αν αγαπάς
μα όπου αγαπάς, κι ότι γουστάρεις το δροσίζεις.
Έσύ 'σαι μια χαρά, τρανή κυρά κι αρχόντισσα
τεντώνω τον λαιμό μου, να σε δω καλύτερα
μα είμαι μόνο μια μπουκιά στο στόμα της λιοπάρδαλης
της παρδαλής με τα φτερά, που νυχτοπερπατά.
Στα τελευταία κακός και στραβόξυλο
γυρνώ κοιτάζω πίσω μου, πως γεννήθηκα
έτσι γεννήθηκες κι εσύ, πλάσμα με τη μοίρα σου
και 'συ σαρδέλα του κουτιού, μες την αρμύρα σου.
Έτσι γεννήθηκα, κι ανοίγωντας τα μάτια μου
σφραγίδες και υπογραφές χορεύαν γύρω μου
ε ρε τι γλέντι, κι ένας παππάς με διάβασε
μ' άλειψε με λάδι και με θυμιάτισε.
Μα εσύ 'σαι μια χαρά, τρανή κυρά κι αρχόντισσα
τεντώνω τον λαιμό μου, να σε δω καλύτερα
κι ας είμαι μόνο μια μπουκιά στο στόμα της λιοπάρδαλης
της παρδαλής με τα φτερά, που νυχτοπερπατά.
Μουσική - Στίχοι: | Γιώργος Μιχαήλ |
Τραγούδι: | Γιώργος Μιχαήλ |
Δίσκος: | Της γης ο μουσαφίρης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου