Το μαγαζί αγαπημένο! Πολύ αγαπημένο! "Άπειρα" βράδια της ζωής μου έχω περάσει εκεί μέσα. Σαν πελάτης, σαν σερβιτόρος, σαν φίλος, σαν θαμώνας... κι αργότερα σαν μουσικός. Εκείνη τη χρονιά παίζαμε έξι μέρες τη βδομάδα. Ναι, ναι, υπήρχαν εποχές, που ένα συνοικιακό ταβερνάκι δούλευε με ζωντανή μουσική έξι μέρες τη βδομάδα. Κόσμος ερχότανε από όλη τη Θεσσαλονίκη. Αρχίζαμε στις δέκα και τελειώναμε στις τρεισήμισι. Χωρίς μικρόφωνα και χωρίς διάλειμμα. Και το μαγαζί γεμάτο! Ολόκληρη τη χρονιά θυμάμαι πολύ λίγα βράδια, ίσως 4-5, που να άδειασε γύρω στις δύο... Το ρεπό μας ήτανε κάθε Δευτέρα. Οι Κυριακές ίσως ήτανε οι καλύτερες μέρες. Αν και είχαν προηγηθεί η Παρασκευή και το Σάββατο, που γινότανε πανικός και η όποια κούραση ήταν μεγαλύτερη από τις υπόλοιπες μέρες. Η Κυριακή γενικά είναι περίεργη μέρα. Είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο. Τις Κυριακές ο κόσμος που ερχότανε ήταν συνήθως ήσυχος. Ακούγανε, τραγουδούσανε και στο τέλος γινόμασταν μια παρέα!
Ένας από τους σταθερούς "Κυριακάτικους" θαμώνες ήταν ο Μανώλης! Ήταν εκεί σχεδόν κάθε Κυριακή μαζί με μια γυναίκα, πάντα την ίδια. Ο Μανώλης ήταν αυτό που λέμε, λεβεντόπαιδο. Κάποιο βράδυ παίζουμε το τραγούδι "Ο Μανώλης" του Ογδοντάκη! Σηκώνεται ο Μανώλης και χορεύει ζεμπεκιά!!! Μετά το καθιερώσαμε. Τις Κυριακές που ήταν στο μαγαζί ο Μανώλης (πάντα με την ίδια γυναίκα), αφού περιμέναμε να τελειώσουν με το φαγητό, παίζαμε το τραγούδι... και ο Μανώλης έριχνε τη ζεμπεκιά του!!! Και εμείς τον καμαρώναμε... Είπαμε, ήταν λεβεντόπαιδο, ψηλός, αδύνατος και μερακλής...
Τώρα μπορείτε να ακούτε και το τραγούδι, όσο θα διαβάζετε την συνέχεια της ιστορίας.....
Μια Κυριακή, λοιπόν, που ο Μανώλης ήταν εκεί με την κυρά του (εμείς θεωρούσαμε πως ήταν γυναίκα του), μπαίνει από την πόρτα μια γυναίκα, που είχε το κεφάλι της σκεπασμένο με μια μαντήλα. Φτάνει στη μέση του μαγαζιού με φόρα, κοντοστέκεται για λίγα δευτερόλεπτα και ξαναφεύγει... Κοιταχτήκαμε αλλά δεν δώσαμε σημασία. Μετά από λίγα λεπτά ξαναμπαίνει η ίδια γυναίκα. Στέκεται κοντά στο τραπέζι του Μανώλη και φωνάζει:
- Εδώ είσαι ρε μ.........; Εγώ είμαι στη δουλειά και εσύ με την γκόμενα... Έπρεπε να φύγω από τη δουλεία για να σε πιάσω...
Γυρίζει και φεύγει. Ο Μανώλης αφήνει λεφτά για το λογαριασμό και τρέχει ξωπίσω της... Η άλλη που μέχρι τότε πιστεύαμε ότι ήταν γυναίκα του, έμεινε λίγο ακόμα και μετά έφυγε μόνη της. Τον Μανώλη δεν τον ξαναείδαμε από τότε...
Μέχρι και σήμερα, αν και έχουν περάσει πολλά χρόνια, όταν παίζω αυτό το τραγούδι πάντα θυμάμαι εκείνη τη βραδιά και την "φυγή" του Μανώλη...
Υ.Γ.
Μετά από κάποια χρόνια έμαθα από τον Κώστα, τον κάπελα, ότι ούτε αυτή με την μαντήλα που είχε μπει στο μαγαζί και "τσάκωσε" τον Μανώλη στα "πράσα" δεν ήταν η γυναίκα του!!! Αλλά ούτε και η άλλη στο τραπέζι ήταν η γυναίκα του...
καλημέρα με φοβερή ιστορία γειά σου νίκο
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' αυτό το μαγαζί έχω περάσει πολλά ωραία χρόνια...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχώς τώρα δεν μπορούν να υπάρξουν τέτοια μαγαζιά...
Ωραίος ο Μανώλης! ��
ΑπάντησηΔιαγραφήΓειά σου Νικόλα!
Γεια σου Κώστα...
ΑπάντησηΔιαγραφήαπό τις εποχές που υπήρχαν ακόμα ταβέρνες :)